Новогреческий словарь
διστακτικότητα
διστακτικότητα
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διστακτικότητα
? —
#
(ново)греческий словарь
—
συγχρονιστικός
—
σταθεροποιούμαι
—
τριετία
—
αναπλήρωση
—
καταδυνάστευση
—
πρόπτωση
—
απομυθοποιούμαι
—
οξοποιία
—
κατανυκτικός
—
ψευδαίσθηση
—
επιβοήθημα
—
τόρμος
—
μαργωσιάρης
—
υπνωτικό
—
κουμάσι
—
σαράφης
—
επιμέτρηση
—
ανεμοταραχή
—
απλαιβίωτος
—
εύθικτος
—
διβάνι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве