|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαλονίτικος? — — καμπίνα — διαβουκόληση — διασταυρόμενος — υπογεγραμμένος — κότσια — αυλή — Κυπραίος — νεροκάνατο — νόρια — παραγέμισμα — κωματώδης — λεμονίτα — ζαλάδα — ευθύνη — σπάρτινος — θεοδόλιχος — ευτέλεια — κοπτερός — λαγωχειλία — καλοθελήτρα — ευκραής |
|||