|
το баклажаны в масле (с луком и чесноком) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово баклажаны в масле? — ιμάμ-μπαϊλντί как с (ново)греческого переводится слово ιμάμ-μπαϊλντί? — баклажаны в масле — γενέτειρα — εμπροθέσμως — πρόνοια — διαπυνθάνομαι — ξάφνιασμα — εφεδρικός — κλιμακτήρας — αισιόδοξα — χατζηλίκι — μαντάτο — λαχανίδο — χλωροφορμίζω — μεγαλωμένος — αργοπληρωτής — υγροποίηση — απαλότητα — στροφορμή — λοιμοκαθαρτήριο — λογή — κονσερβοποιία — αμίλητος |
|||