|
η горький миндаль (дерево) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горький миндаль? — πικραμυγδαλιά как с (ново)греческого переводится слово πικραμυγδαλιά? — горький миндаль — θεράπων — λαγαρός — περίσσεια — κουκουναριά — επόχλευση — προσβλητικός — μεγαλόκαρδος — αργυρώδης — προγεμένος — διακορευτικός — σκάλευθρον — ακμάζω — σερνικοβότανο — φριχτός — μυία — συναγερμός — νομοθετώ — αγελαδοτρόφος — υδροβιότοπος — διακυμαίνω — χωρομετρικός |
|||