Новогреческий словарь
εφελκίς
εφελκίς
(-ίδος) η мед.
струп
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
струп
? —
εφελκίς
как с
(ново)греческого
переводится слово
εφελκίς
? — струп
#
(ново)греческий словарь
—
μουγκανητό
—
αποσταθεροποιητικά
—
χρονομετρικά
—
γλυκερινικός
—
σιαλώ
—
αναιμωτί
—
θόριο
—
τερματίζομαι
—
ρόκανο
—
καταβιβασμός
—
μαντεμένιος
—
φριμάσσομαι
—
λεπτόγραμμος
—
τουρκεύω
—
τζελατίνα
—
νταϊλίκι
—
ματζιόρε
—
ξινό
—
αποχρέμπτομαι
—
ρευματισμός
—
επιβίβαση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве