|
делить на три равные части #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово делить на три равные части? — τριχοτομώ как с (ново)греческого переводится слово τριχοτομώ? — делить на три равные части — άφθονα — γροθιάζω — ασημαντολόγος — δυστροπώ — ευδιαθεσία — φιλιότσος — αξίνη — επεισόδιο — ασταφίδωτος — συχώριο — φουμάρω — αδένια — προνεύω — φαγκοτο — ξεσυνηθίζω — κληροδότημα — βοηλάτης — βράχια — ζωογόνηση — αναπόγραφος — γλουτένη |
|||