|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βοστρυχοειδής? — — απασπάτευτος — αόριστα — διαθηκογράφος — έκχωμα — τριπλάσιος — ταμιακός — μέλλοντας — πολλαπλώς — στολίστρα — απογευματάκι — απόκρυφα — μάτωμα — διοπτήριο — νάνος — τυλιγαδιάζω — χόνδρινος — βουτυροκομία — εκβαίνω — αναψηλαφώ — συμμαζωχτός — ζοφούμαι |
|||