|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ναρκωτής? — — αφορώ — γλωττίς — μεταφορικό — καστελλάνος — γαλαρόμαντρα — αρχιεπιστάτης — κατοικιό — λιγοψυχιά — λεξιθηρώ — αγριοθωρώ — ψιάθιον — αραμάθα — αντισυλληπτικό — παραέξω — κομματικός — απολέπισμα — εξαποδώς — κοκκάλιασμα — συνιζάνω — υποχρεωμένος — κάτω |
|||