|
дочерний #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θυγατρικός? — — μπάσκετ — θερμοκαυτήρας — ψηφιδωτό — ερημόνησο — ολίγο- — καρτέλ — στένωμα — ταυτισμός — επιστέγαση — στέαρ — δασμολόγιο — αμφίστροφος — χρυσοτόκος — καλοζωία — προσήνεμος — καπατσοσύνη — αγνωστικιστής — φαλαγγίτης — στάχος — φιλογύνης — σέρτισσα |
|||