|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαδαρῶ? — — σουρτούκα — αγαλιανός — ψυχογένεση — ξεροψημένος — καθρεφτίζομαι — ανώγι — δηλωμένος — αποφατικός — τρίκυκλο — άραγμα — άγανο — Βιρμανή — αισχρολογώ — ανυπακοή — ψάχαλο — αγριοβαλανίδι — νουθέτηση — μύκης — μετακηπεύω — στραβομούρης — ωρολογοποιός |
|||