|
ο комната #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово комната? — οντάς как с (ново)греческого переводится слово οντάς? — комната — ψυχολάτρης — εναντίον — αμετάλλαχτος — ψυχρότητα — στάχι — πεντακάθαρος — κομπρέσσα — παραπατάω — κατασταλαχτή — απλοποιώ — σάτινα — νιφτήρας — φθινοπωριάτικος — ζεμπίλι — στενοθώρακας — υποπράκτορας — γερολύκος — ιερείον — γοργογαγέρνω — σαβούρρα — ηρώο |
|||