Новогреческий словарь
ενδοκαρδιακός
ενδοκαρδιακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοκαρδιακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εμποροδικείο
—
τριμερής
—
μάτισμα
—
καυστικότητα
—
αλκάλιο
—
λογάκια
—
μυρτιά
—
κουτσονούρικο
—
έμπειρος
—
ψωραλέος
—
εμβυθίζω
—
εκπολιόρκηση
—
μήνυμα
—
ακριβής
—
αναποτελεσματικός
—
Παναθήναια
—
περιβρέχω
—
αποκολλάω
—
δυσκίνητα
—
ανυπέρβατος
—
διακλαδώνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве