Новогреческий словарь
πετρελαιοειδή
πετρελαιοειδή
τα
нефтепродукты
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нефтепродукты
? —
πετρελαιοειδή
как с
(ново)греческого
переводится слово
πετρελαιοειδή
? — нефтепродукты
#
(ново)греческий словарь
—
ακούω
—
κτίριο
—
πευκόδασος
—
έιπα
—
σύντροφος
—
μετατροπέας
—
ψειρής
—
βραβευτής
—
λεχών
—
μεταξοσκωληκοτροφία
—
ξαναπαντρευμένος
—
Τσεχοσλοβάκος
—
ιστιοπλόος
—
ξηγιούμαι
—
αδρόμαλλος
—
μπάσιμο
—
διατρίβω
—
ανεξαρτησία
—
αδερφικάτα
—
χώσιμο
—
ακτινικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,