επιχειρηματικότητα

формы словаβ
επιχειρηματικότητα
η 1) предпринимательство;
2) предприимчивость



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово предпринимательство? — επιχειρηματικότητα
как на (ново)греческом будет слово предприимчивость? — επιχειρηματικότητα
как с (ново)греческого переводится слово επιχειρηματικότητα? — предпринимательство, предприимчивость


δεντρόκηποςξιφοδιδάσκαλοςμισαλληλίακαμινεύτριακυτταρολογικόςνοιώθωρουφιανεύωκληρονομώτζαζμπαντίστοςέπηλυςυστεροπτωσίαδειλιώκαταμαρτυριάτονώνωσταθεροποιητικόςβισμουθιακόςματόφρυδοτροχοπέδιλοατσίνουροςαναβαστάζωδιαολίζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit