|
η сачок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сачок? — απόχα как с (ново)греческого переводится слово απόχα? — сачок — ακρόβαθρο — ατίναχτος — μοναρχικός — επιτακτικός — απογεννίδι — θαλασσοποίησις — φιλτράρισμα — ματόκλαδο — δεκεμβριάτικος — τερατογονία — δουλίτσα — σαράγι — μπούρσα — φωτεινός — ασύντριπτος — αλάτι — φουρτουνιάζει — ενοικιαστήριος — διαψύχω — αποστάζω — τριγωνομετρία |
|||