|
вкратце, кратко #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вкратце? — βραχέως как на (ново)греческом будет слово кратко? — βραχέως как с (ново)греческого переводится слово βραχέως? — вкратце, кратко — πεταλοποιός — εκμηχάνιση — λεγάμενος — δηλωμένη — ρόδιος — κορακίσιος — καλλιτέχνημα — ατμοσφυρίχτρα — ρόδαξ — αυθυπνωτιομός — μπαχαρικό — αξιώνομαι — κατακέφαλος — σκονισμένος — αφρισμένος — κλάψιμο — αναμεταξύ — προπέμπω — μπεζεράω — πτυχωσιγενής — ευκλεής |
|||