|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ορφανίζω? — — περικυκλώνω — μυζηθρόπιττα — αμακατζίκος — αρύλογος — αυγινός — στρεπτός — σεληνοτροπισμός — παρακελευσματικός — κοτσάνι — επιδιδυμίς — κατα- — λάθυρος — γυνή — μοντερνιστής — ομόγνωμος — δημοκρατικότητα — ξυστήρ — μπουκέττο — υποστυλώνω — δίκοχο — σιδεροδέσμιος |
|||