Новогреческий словарь
ισοζυγισμός
ισοζυγισμός
ο спорт.
гандикап
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гандикап
? —
ισοζυγισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
ισοζυγισμός
? — гандикап
#
(ново)греческий словарь
—
γονατισμένος
—
τσαπατσούλικος
—
αιθέρας
—
σκώρ
—
αγγαρεία
—
παραχωρώ
—
αποσπερίτης
—
μαστόρισσα
—
λαντέρνα
—
ανύδρευτος
—
ευρεσιτεχνία
—
κοιμίζω
—
μαυρομάνικος
—
καθεστηκώς
—
αναρτήρας
—
οθόνη
—
κανηφόρος
—
ξυλοποικιλτική
—
σύχνασμα
—
παραστατικός
—
καμέλια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве