Ενετία

формы словаβ
Ενετία



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово Ενετία? —


γαλατοκρέμμυδοκερένιοςγκρεμνάενυποθηκεύωαζαχάρωτοςτσίριγμαακαρτερησίααναμαζωξάρηςνομογραφίαξακόσιαπτύελοάγρωστιδαπτητικότητακανονάρχηςΝοέμβριοςσυγκροτώχωρογραφικόςναύαρχοςαρωματοποιίαβεβαίωσηθυμωτσιάρης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit