|
η измерение глубины #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово измерение глубины? — βυθομέτρηση как с (ново)греческого переводится слово βυθομέτρηση? — измерение глубины — προσφέρνω — νερώνω — κλειδαράς — απολιθώνομαι — κακοστομαχιάζω — πλαστουργός — ψυχωσικός — ταχινή — μοναστικός — αυλακωτός — ταυτολογία — σφιγκτήρ — φαλάκρας — αρμένισμα — διάκονος — τετραψήφιος — απραγμονω — αποστελμένος — ιερείον — ιεροσυλία — μνηστή |
|||