|
το слух, молва #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слух? — θρύλημα как на (ново)греческом будет слово молва? — θρύλημα как с (ново)греческого переводится слово θρύλημα? — слух, молва — φαλαγγίτης — συναθλητής — ρεμπελιό — σκέβρωμα — νοσοκομειακός — οσμανικός — αποκουμπίζω — γκριζόλα — ξεφτίδι — γκαβίζω — μπαλώνω — γέρσιμο — αναποσφράγιστος — ντερβένι — υπέγγυος — χοντρομυτης — συμπυκνωμένος — βαμβακέλαιο — φιγουράρω — βουρλιά — διάχωμα |
|||