|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово νομισματοσυλλέκτης? — — απειρώνυμος — σκαλώνω — παστουρμάς — βραδυπορώ — προθεματικός — μετανοιωμός — ανεξέρασμα — απομαδίζω — χρωμολιθογραφία — μεταξοσκωληκοτρόφος — μιμητής — συμπλέκτης — περιέργεια — ψιθυριστά — κατανοώ — αλογατάκι — υποθρεψίο — ματεριαλίστρια — συνωμοτικότητα — έξω — καλεστής |
|||