Новогреческий словарь
αραχιδικός
αραχιδικός
арахисовый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
арахисовый
? —
αραχιδικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αραχιδικός
? — арахисовый
#
(ново)греческий словарь
—
κλειδοποιός
—
σκιερός
—
δελίνι
—
υαλίτης
—
ψαλιδωτός
—
ανακατάληψη
—
ασκητήριο
—
πενταόροφος
—
δεκατέσσερις
—
παρτιζάνος
—
κλωτσοπατάω
—
διπλά
—
κατακεκλιμένος
—
μακαριώτατος
—
ασυνήθης
—
πολυταξιδεμένος
—
δεκαδικός
—
αεροναυπηγός
—
βαλελίκι
—
υδροπερατός
—
καλοναρχώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,