|
το обливание, заливание (чего-л. чем-л.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обливание? — περίχυμα как на (ново)греческом будет слово заливание? — περίχυμα как с (ново)греческого переводится слово περίχυμα? — обливание, заливание — βοδινό — απομετρώ — ένζυγος — πόμπευση — φαβισμός — αλλοχρωματισμός — βαθμολογία — βλαστίδιο — μοναχοθυγατέρα — βουκολικά — μετεωρολογία — κεχριμπάρι — ξαφνιάζομαι — ανεπισφαλής — ενημερότητα — αράζω — λαμπερός — δίκαιος — όρκισμα — αμισθί — μαγεύω |
|||