Новогреческий словарь
ατσίνορος
ατσίνορ|ος
не имеющий ресниц
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
не имеющий ресниц
? —
ατσίνορος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατσίνορος
? — не имеющий ресниц
#
(ново)греческий словарь
—
καμόρρα
—
κατακεραυνώνω
—
λυκόσκυλο
—
εμποράκος
—
αποκορυφώνω
—
επτάμηνον
—
θετικότητα
—
φαλαγγίτισσα
—
ανακολπώνω
—
κεφαλοδεμένος
—
χαρτζιλικάκι
—
τριβοφωταύγεια
—
θεατής
—
γναφείο
—
απαγωγή
—
πηγουνάτος
—
ηθογραφία
—
ωταλγία
—
αστρονόμος
—
δαυκί
—
γαλλόπουλο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве