|
το игла для сшивания парусов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово игла для сшивания парусов? — αρμενοβέλονο как с (ново)греческого переводится слово αρμενοβέλονο? — игла для сшивания парусов — αντιδραστικός — αιματογενής — αλατοδοχείο — αρχοντογυναίκα — εκτενής — ματαιοσπουδώ — ομόχρωμος — κωλόκουρο — φτεροπόδαρος — ανάκρουση — βρεχτός — συχνουρία — εβδομηκοντοετία — βουβαίνομαι — φάκελλος — χοροπήδημα — ασκούργιαστος — ατρωτο — μπορεσάμενος — μύσταξ — αερόθερμο |
|||