|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψυχοπλακώνομαι? — — επουλώσιμος — εβραϊκή — αποθηλασμός — ανθογυάλι — ενσφραγίζω — μονόγλωσσος — τεχνουργικός — φυτοπαθολογία — χατιράκι — επανευρίσκω — ματινάδα — ασυσχέτιστος — άπτερος — φηρίκι — εξεικονίζω — σιδηρουργός — ερείδομαι — φυγάδας — επανάκλησις — φορτισμένος — κινησιοθεραπευτής |
|||