Новогреческий словарь
ασυμπτωτικός
ασυμπτωτικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ασυμπτωτικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
βυθοκόρος
—
δικάσιμο
—
αρτοποιός
—
κρανιοεγκεφαλικός
—
βιβλιοκρίτης
—
μπιζού
—
κολύβριο
—
γαλακτοδοχείο
—
μορφινίζομαι
—
αχείλι
—
κοινωνίστρια
—
σκυλοδόντι
—
αρίθμηση
—
ξεγνέθω
—
ελατός
—
στρεβλή
—
πολυκαιρία
—
αλάργεμα
—
επικράτεια
—
μαρξικο-λενινικός
—
πολυσπόρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве