Новогреческий словарь
νομομαθής
νομομαθ|ής
(-ους) ο, η
законовед; юрист
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
законовед
? —
νομομαθής
как на
(ново)греческом
будет слово
юрист
? —
νομομαθής
как с
(ново)греческого
переводится слово
νομομαθής
? — законовед, юрист
#
(ново)греческий словарь
—
βληματόμετρο
—
ιλαρός
—
αποκλεισμένος
—
φλανέλλα
—
παρακωλύω
—
κολόμπα
—
προπαρασκευαστής
—
ποντικότρυπα
—
αναλήθευτος
—
μάθημα
—
ανυπακοή
—
ανάγραπτος
—
Βαροθερμοϋγροανεμογράφος
—
αποβλημένος
—
Αιγύπτια
—
αηδονόφωνος
—
λατόμευση
—
θαμπερός
—
κλαδώνω
—
ανορμοστία
—
πυροβολοστάσιον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,