|
расположенный над дверью; ~ δοκός — верхний дверной брус #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово расположенный над дверью? — υπέρθυρος как с (ново)греческого переводится слово υπέρθυρος? — расположенный над дверью — αποχώρημα — λύκειο — σταρ — φραγκισκανή — υπερεθνικός — κλυστήρας — εκτυπώνω — ακομπόδετος — οκταπλάσιος — ασελίδωτος — απτερύγωτα — καζίκι — ηλιόλουτρο — γατίλα — βαστώ — αδικώ — συλλοβόγριφος — αποπυρηνικοποιημένος — ωκεανοπλοΐα — ετερογονία — βιβλιοδετική |
|||