ηφαιστειολογία

формы словаβ
ηφαιστειολογία
ж.р. вулканология


#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово вулканология? — ηφαιστειολογία
как с (ново)греческого переводится слово ηφαιστειολογία? — вулканология


ξεχώρισμαφαινομενοκρατίααπαμβλύνωαρατίζωυπεργλυκαιμίααποτυγχάνωγκοφόςμιλλι-βόλτφεγγαρήσιοςοκτάτομοςθειώδηςκυβευτήςαναμορφωτικόςγαϊτανοφρύδηςμεταμοντερνίστριατσινώεπιφωνηματικόςπαρακμάζωδιατσέντουπογένειονδουλοπρέπεια




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit