|
η дип., муз. нота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово нота? — νότα как с (ново)греческого переводится слово νότα? — нота — διαπεραιώνομαι — ανθρωπότητα — ανεμοκάμηλο — ζηλεύομαι — χαμόμηλο — πλαγιά — μοτοσυκλετιστής — οδοντοϊατρική — αλληλοδιδακτικός — αναγεννησιακός — παραμυθατζού — γαρνιτούρα — σκάπτω — αξαόπουλο — βρωμιά — ποκάρι — χιμπαντζής — σπουδαιοφανής — αναχλιαίνω — αριθμολογώ — στοιβακτός |
|||