διαβολικά

формы словаβ
διαβολικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово διαβολικά? —


υπόβαθροχειροπιαστόςψηλαφιστόςεπιμέτρησηδιατρέφομαικακοσούρηςμπιστολίζωολοήμεροςλιανοπουλητήςανακρίνωπορδοκλάνωψαρότρατακαταβόλευμααπόνοχτοςφλόγωμαάρχωναντράλατσίμπλαδασύστερνοςαυταρχίαόλος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit