|
το бамбук #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бамбук? — μπαμπού как с (ново)греческого переводится слово μπαμπού? — бамбук — κάργια — απευθυσμένο — ναυπήγηση — ξανομοίρασμα — γόνατο — λιόκρουσμα — γουώτερ-πόλο — απόειδα — φθογγολογία — εξηνταρίζω — βρομισμένος — γυψουργείο — γιασμάκι — προβούλευμα — απαισιοδοξώ — γλουτιαίος — γουργούρισμα — αργοξυπνώ — ανέλπιδος — απορρίψιμος — παιχνιδότοπος |
|||