|
ο кувшин #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кувшин? — λάγυνος как с (ново)греческого переводится слово λάγυνος? — кувшин — εισβαίνω — ελαιοτρίβης — πότε — γλέντι — ψυχοκρατία — ούννος — ιδιαίτερος — σπαρτιατικός — μαστιχοφόρος — δυσχρηστία — λοχαγεύω — ηλεκτροτυπία — ισόπαλος — χαλκοτύπος — σηρικό — ψευδαργυρώνω — μακρύνω — νέμεση — κλεψιγαμία — αρχιδούκισσα — άψευτος |
|||