Новогреческий словарь
προκαρυωτικό
προκαρυωτικό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
προκαρυωτικό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ακέντρωτος
—
μινιμαλισμός
—
Καναδέζα
—
ευθυντήριος
—
αναρχοαυτόνομα
—
ψηφοθέτηση
—
καταχωρίζω
—
λάγανον
—
ειλικρίνεια
—
ψυχολάτρισσα
—
γιοτ
—
ανθυπασπιστής
—
υδατοφράκτης
—
δαχτυλομπογιά
—
συμμαζευτός
—
ιπποποταμάκι
—
καλωσυνεύω
—
μπουρνούζι
—
τρίτομος
—
απόχηρος
—
λιμπιστός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве