|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γελοιογραφούμαι? — — εναντιοφρονώ — σύμφωνος — αντίσκομμα — συνωθώ — ζώνομαι — σφιχτά — φυλλομετρητής — ζωοτεχνία — άρπασμα — σφριγώ — απριόνιστος — επεχόμενον — πλασιέ — οκτάεδρος — αρδεύω — σαγήνευση — επέταξα — ευάρεστος — πρωτοδιορισμένος — κλαίγω — σκωπτικώς |
|||