|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρνοψάλιδο? — — υπογραμμή — λικβινταριστής — αναβρακάτος — ανέκτης — βαρελοσάνιδο — αλείφτω — συγχρόνιση — ορνιθοτροφείο — γεννηταρούδι — αντιγραφέας — ελαβον — υποδηματεργάτης — αίσθημα — συνδετικό — ρυζάλευρο — ηχαγωγός — πολύγαμος — υδατομετρικός — έναυσμα — λάσιος — συμπλέκω |
|||