|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πολυλαλία? — — ανθελληνικά — αεροπειρατής — αδιασαφήνιστος — έκδοτος — πολυφάγος — ερυθροκύτταρο — χτίστης — ελαφρόγιομος — κουρελόχαρτο — λοιμοκαθαρτήριο — τσαϊέρα — κήτος — ανόργιστος — πυγμάχος — ρουμάνι — βρωμισιά — αναπτυξιακός — γρανιτόστρωτος — συνδέτης — αφλόγωτος — επίφραγμα |
|||