|
η оригинальность; самобытность; αυτό αποτελεί ~ — [phrase]это оригинально[/phrase] #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово оригинальность? — πρωτοτυπία как на (ново)греческом будет слово самобытность? — πρωτοτυπία как с (ново)греческого переводится слово πρωτοτυπία? — оригинальность, самобытность — ζωοκλόπος — στρέψη — ειδωλολάτρης — γροθιά — συντρέχτης — λαμπαδηφορώ — καλοθελήτρα — πρέφα — αρνησιδοξία — δαιμονολογία — αιμοχρωστικός — αναπνιάζω — αγαλματόλιθος — ομοσπονδία — υδρομέτρης — σύγκειμαι — όμιλος — περιστασιακός — πασσαλοσανίς — λαχτάρα — πτωχαλαζόνας |
|||