Новогреческий словарь
βρογχοσκόπησις
βρογχοσκόπησις
(-εως) мед.
бронхоскопия
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бронхоскопия
? —
βρογχοσκόπησις
как с
(ново)греческого
переводится слово
βρογχοσκόπησις
? — бронхоскопия
#
(ново)греческий словарь
—
ασυννέφιαστος
—
βιρτουόζος
—
σπαθασκία
—
ακανθίς
—
δειγματολήπτης
—
στοιχίζω
—
αξιοδάκρυτος
—
πρωτότοκος
—
τριπόντες
—
κοινός
—
μοντάρω
—
χωριατόσπιτο
—
ασχολούμαι
—
γνώμονας
—
παρωκεάνειος
—
πορτιέρης
—
επιμελούμαι
—
αδιαβατικός
—
αραχιθέλαιον
—
καλοθελητής
—
παλαιοκλιματολογία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве