|
погрузочный; ~ές εργασίες — погрузочные работы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово погрузочный? — φορτωτικός как с (ново)греческого переводится слово φορτωτικός? — погрузочный — παντοχή — κοινοτάφιο — μπερμπάντεμα — αιμοχρωστικός — ακατακάθιστος — ιαματικός — αμπαλλάρω — μιλλίμετρο — σακχαροποιία — ανυδρία — μάμμη — επαναπατρίζω — υπνοβάτης — παστουρμάς — ευερμήνευτος — τσιγαρισμένος — καθετηρίασμός — μουζουβί — συμβατικά — αφενάκιστος — μονοσύλλαβος |
|||