|
круглолицый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово круглолицый? — στρογγυλοπρόσωπος как с (ново)греческого переводится слово στρογγυλοπρόσωπος? — круглолицый — ζαμπούνης — γούπατος — αυτοπειθαρχούμαι — όσιος — χαλύβδινος — μπαλσαμώνω — εξάπλευρο — αμβλυωπικός — σαστισμάρα — αετήσιος — δημοσιογραφικός — διασαφηνίζω — αδίσταχτος — ναζιστικά — κατάβρεξη — κατσουλάτος — διπλότυπος — κουνέλι — απογεματίζω — ποσοστό — προδότισσα |
|||