στιγμιογράφηση

формы словаβ
στιγμιογράφηση
(-εως) η моментальная съёмка



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово моментальная съёмка? — στιγμιογράφηση
как с (ново)греческого переводится слово στιγμιογράφηση? — моментальная съёмка


λεύκινοςδιαφέρωδοντάκιγαμιαίοςαναμερισμένοςκοχλιοφόροςεπιπλοποιείομαρμαρόχτιστοςωμόπλινθοςέπεσαέσωθεναπρόληπτοςαμπαλλάζλιοτρίβιελαφρυντικόαθώωσηρέκασμόςτράκοξέμπλεγμαβιολοντσελλίσταςκοκκινοσκούφα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit