|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαγερί? — — παραλληλόγραμμο — αρτίζω — υδροσφαίρα — συλλογεύς — δικάζομαι — δυσεντερία — ακροατήριο — παρεκκλίνω — πολύτριχος — πατήκωμα — ασημένιος — πορφυρό — άκωλος — υποσκαφή — λιακάδα — βοτίλια — παρασημοφορία — συγχρονιστικός — χολοσκάω — επικόρμιον — πολυβολισμός |
|||