Новогреческий словарь
διαβατήριος
διαβατήριος
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαβατήριος
? —
#
(ново)греческий словарь
—
απολεπτύνομαι
—
αποκλίνων
—
ξάσπρισμα
—
καυσαέριο
—
εβδομαδιαίος
—
δειγματολόγιο
—
κητοειδής
—
περίφημος
—
υπογειάρα
—
αεριοποιούμαι
—
φρονηματισμός
—
σκανδάλη
—
τόλμη
—
δεκατιστής
—
ξεσκόνισμα
—
αλαφάκι
—
ταλκ
—
προσφάτως
—
νευρόσπασμα
—
δερμικός
—
ιαματικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве