απαράληπτ|ος

формы словаβ
απαράληπτ|ος
неполученный; непринятый



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово неполученный? — απαράληπτος
как на (ново)греческом будет слово непринятый? — απαράληπτος
как с (ново)греческого переводится слово απαράληπτος? — неполученный, непринятый


υποστηριχτήςγαμιστράκιαςαίσθησηανυπομονίαποντικοκτόνοςνοστιμάδαμοναχισμόςγλωσσοπλάστριασιδηροκατασκευήαποδέκτηςδιορύσσωεπιπλοποιείοψευδόσοφοςεπιχρυσώνωχορταρικάκουροφέξαλακατσαρώνωγιγαντίωςστρακαστρούκαβαττολόγοςαποδειλιάζω




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit