|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μαγκούφικος? — — σκληρόμετρο — βρογχίτιδα — δαπανηρός — φτωχολάζαρος — αντιλήπτωρ — άρθρωση — εμπαθής — αργυρώνω — εκβιαστής — ανεπιτηρησία — μουνόψειρα — Ουκρανίδα — αχρειόγλωσσος — οπλοδιορθωτής — τηλεκατεύθυνση — γλωσσίτης — αχνοΰφαντος — διόγκωση — πριτσινάρισμα — ξιφουλκία — εκμαυλιστικός |
|||