ιστολογικός

формы словаβ
ιστολογικός
мед. гистологический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово гистологический? — ιστολογικός
как с (ново)греческого переводится слово ιστολογικός? — гистологический


απονάρκωσηευλογνοκομμένοςνεκροφιλικόςκαθοδικώςαυθαδιάζωεκφασισμόςεχθρεύομαιλεμφαγγειίτιδααλάνικαεξαρτώμαιδεκάστυλοςβουτυροκομικόςκαράτιδιάκιαπόρημαασυνάρμοστοςμισοκοίλιμετοίκιονπατούναπατρωνάρωγνέψιμο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit