|
восковой #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово восковой? — κερένιος как с (ново)греческого переводится слово κερένιος? — восковой — καυτός — κλαυθμών — δαίμονας — παραξόνιον — καλαθοπλεκτηκή — γλυκόνομα — μεσημέρι — μοσχοβολιά — σταλάζομαι — εξερευνώ — παρακεντέδικος — ξεμάτιασμα — ηλεκτροθεραπεία — εσπερίς — δυσυπέρβλητος — διακορευτής — μετατρέπω — αστένωτος — ελασματουργός — διασκορπισμός — μετρολογία |
|||